Σελίδες

Σε ύψος χιλίων μέτρων στη Μεσσηνία Αποκαλύφθηκε άγνωστος αρχαίος ναός

Απέναντι από τον Επικούρειο
 
Οι  κορυφές των βουνών,  ο  ουρανός  και  δύο αρχαίοι  ναοί!  Απέναντι  ο  ένας  από τον  άλλο,  εκεί ψηλά  πάνω στα  βουνά της Ηλείας και της  Μεσσηνίας,  ο  πασίγνωστος Επικούρειος  Απόλλων  από την  μία  μεριά  και  ένας  «νέος» ναός,  που μόλις τώρα αποκαλύπτεται,  από την  άλλη. Σε  υψόμετρο  1000  μέτρων και αφού  διανύσει κανείς τουλάχιστον 7 χιλιόμετρα δύσβατου, αγροτικού χωματόδρομου  πάνω από το  χωριό της Ανω  Μέλπειας ώσπου  να  φθάσει το ύψωμα με  το  εξωκκλήσι του  Προφήτη  Ηλία  εντοπίσθηκαν τα  κατάλοιπα  αυτού  του ναού  από την αρχαιολόγο δρ Ξένη Αραπογιάννη, μέχρι πρότινος προϊσταμένη της ΛΗ’ Εφορείας Αρχαιοτήτων.

Χρονολογημένος στα  τέλη του 6ου – αρχές  5ου  π.Χ. αιώνα αυτός  ο  άγνωστος  ναός διατηρείται δυστυχώς  μόνον ως  προς τη  θεμελίωσή  του,  διάσπαρτος  όμως
ήταν  γύρω  του  ο  χώρος από αρχιτεκτονικά  μέλη, που  είχαν  χρησιμοποιηθεί για  την ανέγερση  μικρής  εκκλησίας.  Οπως  λέει  η κυρία  Αραπογιάννη, όταν  το  εκκλησάκι κατεδαφίστηκε  για  να κτισθεί  νέο  -τελικώς αυτό  έγινε σε  γειτονικό λόφο-, γέμισε  ο  τόπος από επιστήλια,  τρίγλυφα  και  άλλα  μέλη του αρχαίου ναού.

Αυτά συνέβησαν το 1995 αλλά μόλις το 2010   άρχισε  η ανασκαφή,  που αποκάλυψε  όχι μόνον  την  ύπαρξη  του οικοδομήματος  αλλά και εξαιρετικά ευρήματα: Κεραμική,  χάλκινα αντικείμενα και το πιο  ενδιαφέρον, μεγάλο αριθμό σιδερένιων όπλων και κυρίως αιχμών δοράτων που υπήρξαν αφιερώματα στο ναό. Επίσης  όμως  ήρθε στο  φως ένα χάλκινο αγαλματίδιο γυμνού άνδρα,  πιθανόν πολεμιστή αφού  άλλωστε κρατά δόρυ στο  ένα χέρι.




«Το γεγονός αυτό μας επιτρέπει να συμπεράνουμε ότι ο ναός ήταν αφιερωμένος σε μια πολεμική θεότητα»,  λέει  η κυρία Αραπογιάννη. Προσθέτοντας: «Η άμεση οπτική επαφή με τον ναό του Επικούρειου Απόλλωνα αλλά και η ομοιότητα των αναθημάτων, κυρίως των σιδερένιων δοράτων, θα μπορούσαν να αποδώσουν τον ναό της Ανω Μέλπειας στον Απόλλωνα, χωρίς όμως να αποκλείεται  η λατρεία της Αρτέμιδος ή της Αθηνάς».

Στην  «Πετρούλα» που  βρίσκεται στις παρυφές του όρους Τετράζι εντοπίσθηκε  ο ναός. Η κορυφή  του  λόφου  όπου  κατασκευάσθηκε είχε  εξομαλυνθεί   από τους  αρχαίους  ακριβώς για  να δεχθεί το κτίσμα. Ο  ναός είχε  μήκος,  σύμφωνα  με  τους  υπολογισμούς,  περί τα 23  μέτρα,  αν  και  οι  μέγιστες σωζόμενες διαστάσεις του είναι 20,65×10,75 μέτρα ενώ το πάχος των τοίχων κυμαίνεται από 0,80 έως 0,90 μ. Ένα  τμήμα  του  όμως,  το ανατολικό,  έχει καταστραφεί πλήρως, γιατί είχε  χρησιμεύσει ως  θεμελίωση του  χριστιανικού  ναού.

Το ενδιαφέρον  όμως  είναι,  ότι στο  εσωτερικό του η  κυρία Αραπογιάννη  αποκάλυψε  ένα  μικρότερο  κτίσμα σωζόμενων διαστάσεων 15,60×2,18 μέτρα  κατασκευασμένο από αργούς λίθους, χωρίς συνδετικό υλικό, η ανατολική πλευρά του οποίου ήταν επίσης κατεστραμμένη. Το δάπεδο του ναού και του εσωτερικού κτίσματος καλυπτόταν από μικρούς, σχεδόν πλακοειδείς λίθους συνδεδεμένους με κονίαμα.

Κατά τη  γνώμη μου αυτός ήταν  ο πρώτος  ναός, ο  αρχαϊκός,  που  χρονολογείται στα  τέλη  του  6ου π.Χ.  αιώνα. Τον  έκτισαν  μάλλον   οι Σπαρτιάτες  που  ήταν  οι κατακτητές της  Μεσσηνίας  κι  όταν  αργότερα  οι Μεσσήνιοι   απελευθερώθηκαν έκτισαν  μεγαλύτερο  ναό στην  ίδια  θέση»,  λέει  η αρχαιολόγος.

Χάλκινα βραχιόλια που καταλήγουν σε κεφάλι φιδιού, χάλκινο μικρό σκεύος ένα  χάλκινο έλασμα με έκτυπη παράσταση γυναίκας που κρατά κλαδί, σιδερένιοι ήλοι και σιδερένια εξαρτήματα σκευών  και  ανάμεσά τους  σε εξαιρετική διατήρηση ένα χάλκινο κυλινδρικό στέλεχος που καταλήγει σε λεοντοκεφαλή. Και  μαζί  φυσικά τα  σιδερένια  όπλα και οι τουλάχιστον  20 αιχμές δοράτων. Πρόκειται για  ευρήματα  του ιερού ,  τα  οποία  αφιέρωναν οι πιστοί στη  λατρευόμενη θεότητα. Αλλωστε ένα από τα σημαντικότερα ευρήματα υπήρξε μία αναθηματική επιγραφή, χαραγμένη στο χείλος ενός τμήματος πήλινου αγγείου, όπου ξεχωρίζει η λέξη: ΑΝΕΘΕΚΕΝ.

Υπάρχει  όμως  ένα πρόβλημα:  Δεν  έχουν εντοπισθεί  πουθενά  κίονες  ή  κιονόκρανα. Μόνον επιστήλια  και τρίγλυφα  με  μετόπες  και  γείσα,  όλα  λίθινα. «Σκέφτομαι  ότι μπορεί να είχε ξύλινους κίονες, αλλά αυτό  δεν  συνηθιζόταν  καθόλου. Επομένως χρειάζεται επιπλέον  έρευνα, μήπως  υπάρχουν  κάπου…»,  όπως  λέει  η κυρία Αραπογιάννη. Μόνον που  η  ίδια δεν  μπορεί πλέον  να  επανέλθει, αφού  την  πρόφθασε  η «εφεδρεία».